Τετάρτη 13 Ιανουαρίου 2016

Ψαρεύοντας στα θολά νερά της «κοινωνικής οικονομίας»

Γιάννης Κιμπουρόπουλος
Οι κυβερνητικές ακροβασίες σε ένα εγχείρημα υπονομευμένο από το μνημόνιο, απειλούν να ευτελίσουν την ελπιδοφόρα «παιδαγωγική του μέλλοντος».
«Η κοι­νω­νι­κή οι­κο­νο­μία δεν είναι μόνον κά­ποια πει­ρά­μα­τα, έχει στρα­τη­γι­κό χα­ρα­κτή­ρα», έχει πει πολ­λές φορές το τε­λευ­ταίο διά­στη­μα ο αντι­πρό­ε­δρος της κυ­βέρ­νη­σης ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ-ΑΝΕΛ Γ. Δρα­γα­σά­κης. Και δεν είναι ο μόνος. Παρά τη μνη­μο­νια­κή με­τάλ­λα­ξη του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ, η κυ­βέρ­νη­ση επι­μέ­νει ότι απο­τε­λεί στρα­τη­γι­κή επι­λο­γή της η ανά­πτυ­ξη ενός ευ­με­γέ­θους τομέα ΚΑΟ (Κοι­νω­νι­κή και Αλ­λη­λέγ­γυα Οι­κο­νο­μία). Ο ίδιος ο κ. Δρα­γα­σά­κης ορί­ζει την ΚΑΟ ως βα­σι­κή συ­νι­στώ­σα ενός «νέου μο­ντέ­λου οι­κο­νο­μι­κής και κοι­νω­νι­κής ανά­πτυ­ξης... που ευ­νο­εί την κοι­νω­νι­κή κι­νη­το­ποί­η­ση και συμ­με­το­χή». Εντός της κυ­βέρ­νη­σης μά­λι­στα, πα­ρό­τι είναι ασα­φές ποιος έχει το γε­νι­κό πρό­σταγ­μα στο εγ­χεί­ρη­μα κι ενώ κα­τα­γρά­φο­νται δια­γκω­νι­σμοί, υπάρ­χουν διερ­γα­σί­ες νο­μο­θε­τι­κών πα­ρεμ­βά­σε­ων στο ισχύ­ον πλαί­σιο για την κοι­νω­νι­κή οι­κο­νο­μία (Ν. 4019/2011 και Ν. 2716/1999), τους συ­νε­ται­ρι­σμούς και τις ΜΚΟ.
Φυ­σι­κά, η κυ­βέρ­νη­ση του τρί­του μνη­μο­νί­ου πα­ρα­βιά­ζει ανοι­κτές θύρες ανοί­γο­ντας αυτό το κε­φά­λαιο τώρα, στις συν­θή­κες πα­ρα­γω­γι­κής απο­σύν­θε­σης της χώρας. Κάτι ανά­λο­γο έκανε η κυ­βέρ­νη­ση του πρώ­του μνη­μο­νί­ου (του ΓΑΠ), θε­σπί­ζο­ντας πλαί­σιο για τις Κοι­νω­νι­κές Συ­νε­ται­ρι­στι­κές Επι­χει­ρή­σεις (ΚΟΙΝ­ΣΕΠ). Η πα­ρέμ­βα­ση (από την τότε υπουρ­γό Λ. Κα­τσέ­λη) προ­κά­λε­σε ένα μίνι big bang δη­μιουρ­γί­ας ΚΟΙΝ­ΣΕΠ. Ορι­σμέ­νες λει­τουρ­γούν στο πε­ριο­ρι­στι­κό πλαί­σιο του Ν. 4019/2011, αρ­κε­τές είναι ανε­νερ­γές και πολ­λές απο­τέ­λε­σαν τον «φε­ρε­τζέ» διά­χυ­σης της επι­σφα­λούς ερ­γα­σί­ας, ιδιαί­τε­ρα από τη στιγ­μή που μια τρο­πο­ποί­η­ση του νόμου άνοι­ξε το πα­ρά­θυ­ρο στην ανα­σφά­λι­στη ερ­γα­σία για τους ερ­γα­ζό­με­νους-συ­νε­ται­ρι­στές.

Πεδίο σύγ­χυ­σης

Ο λε­γό­με­νος τρί­τος το­μέ­ας της οι­κο­νο­μί­ας έχει απο­τε­λέ­σει αντι­κεί­με­νο ιδε­ο­λο­γι­κής και πο­λι­τι­κής διεκ­δί­κη­σης εδώ και δε­κα­ε­τί­ες. Ακόμη και η ασά­φεια των λέ­ξε­ων παί­ζει το ρόλο της στη σύγ­χυ­ση που επι­κρα­τεί σε ένα πεδίο που θα έπρε­πε να είναι προ­νο­μια­κό για την Αρι­στε­ρά. Αν και η έν­νοια της «Κοι­νω­νι­κής και Αλ­λη­λέγ­γυας Οι­κο­νο­μί­ας» ανα­πτύ­χθη­κε στο πλαί­σιο των κι­νη­μά­των κατά της πα­γκο­σμιο­ποί­η­σης ως αντί­στα­ση στο μο­νο­πώ­λιο των κα­πι­τα­λι­στι­κών σχέ­σε­ων εκ­με­τάλ­λευ­σης, τόσο ο νε­ο­φι­λε­λευ­θε­ρι­σμός όσο και η σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τία οι­κειο­ποι­ή­θη­καν και τους όρους και τις μορ­φές τις «συ­νε­ται­ρι­στι­κής» δια­χεί­ρι­σης. Η ίδια η ΕΕ δια­κη­ρύσ­σει ότι το μο­ντέ­λο της είναι η «κοι­νω­νι­κή οι­κο­νο­μία της αγο­ράς». Αυτή η εν τοις όροις αντί­φα­ση έρ­χε­ται απευ­θεί­ας από το γερ­μα­νι­κό σύ­νταγ­μα και το ρεύμα του ordoliberalism (κοι­νω­νι­κός φι­λε­λευ­θε­ρι­σμός), πάνω στο οποίο βα­σί­στη­κε η με­τα­πο­λε­μι­κή Γερ­μα­νία. Στο πλαί­σιο αυτό, και τη στιγ­μή που η μο­νο­πώ­λη­ση των αγο­ρών από το χρη­μα­το­πι­στω­τι­κό και το πο­λυ­ε­θνι­κό κε­φά­λαιο φτά­νει σε πρω­το­φα­νή στην ιστο­ρία επί­πε­δα, η ΕΕ ανοί­γει πα­ρά­θυ­ρο ευ­και­ρί­ας στη λε­γό­με­νη «κοι­νω­νι­κή επι­χει­ρη­μα­τι­κό­τη­τα», με ισχνή χρη­μα­το­δό­τη­ση (όχι πάνω από 200 εκατ. σε σύ­νο­λο προ­ϋ­πο­λο­γι­σμού 1 τρισ. για την πε­ρί­ο­δο 2014-2020), αλλά και με κρι­τή­ρια που δύ­σκο­λα δια­κρί­νο­νται από την τυ­πι­κή, κερ­δο­σκο­πι­κή επι­χει­ρη­μα­τι­κό­τη­τα.

Μο­ντρα­γκόν ή Μα­ρι­να­λέ­ντα;

Παρ’ όλα αυτά, η οι­κο­νο­μι­κή δρα­στη­ριό­τη­τα που αντι­στοι­χεί στις διά­φο­ρες μορ­φές «κοι­νω­νι­κής οι­κο­νο­μί­ας» σε πολ­λές πε­ρι­πτώ­σεις κα­τα­λαμ­βά­νει ση­μα­ντι­κό μέρος του ΑΕΠ. Στην πε­ρί­πτω­ση της Ισπα­νί­ας φτά­νει το 12%. Το πιο διά­ση­μο πα­ρά­δειγ­μα είναι φυ­σι­κά η Μο­ντρα­γκόν, ο βα­σκι­κός όμι­λος συ­νε­ται­ρι­στι­κών επι­χει­ρή­σε­ων που κλεί­νει την 6η δε­κα­ε­τία της ζωής του. Είναι ο 7ος όμι­λος της Ισπα­νί­ας, πα­ρά­γει πά­μπολ­λα προ­ϊ­ό­ντα, δια­θέ­τει τρά­πε­ζες, πα­νε­πι­στή­μια, θυ­γα­τρι­κές σε όλες τις ηπεί­ρους και απα­σχο­λεί 71.000 ερ­γα­ζό­με­νους (αλλά όχι μόνο συ­νε­ται­ρι­στές). Το γε­γο­νός ότι είναι συ­νε­ται­ρι­στι­κή δεν την εμπό­δι­σε να εξε­λι­χθεί σε πο­λυ­ε­θνι­κή, που εκ­με­ταλ­λεύ­ε­ται την ερ­γα­σια­κή απο­ρύθ­μι­ση και τους χα­μη­λούς μι­σθούς χωρών όπως η Πο­λω­νία. Δεν την εμπό­δι­σε, επί­σης, να απο­φα­σί­σει «αυ­το­δια­χει­ρι­στι­κά» μειώ­σεις μι­σθών ή και απο­λύ­σεις στη διάρ­κεια της κρί­σης.

Στον αντί­πο­δα του κο­λοσ­σού Μο­ντρα­γκόν, η Ισπα­νία προ­σφέ­ρει το δεύ­τε­ρο εμ­βλη­μα­τι­κό πα­ρά­δειγ­μα αυ­το­δια­χεί­ρι­σης. Ο λόγος για το χωριό Μα­ρι­να­λέ­ντα, όπου η συλ­λο­γι­κή δια­χεί­ρι­ση της γης, των δη­μό­σιων αγα­θών και της ίδιας της ερ­γα­σί­ας απο­τε­λεί μια πιο φτωχή σε μέσα, αλλά πιο αξιό­πι­στη προ­βο­λή του χει­ρα­φε­τη­τι­κού ορά­μα­τος της Αρι­στε­ράς.

Η παν­σπερ­μία μορ­φών τυ­πι­κής και άτυ­πης Κοι­νω­νι­κής και Αλ­λη­λέγ­γυας Οι­κο­νο­μί­ας θο­λώ­νει τον ορί­ζο­ντα των κυ­βερ­νη­τι­κών προ­θέ­σε­ων. Τα περί «νέου μο­ντέ­λου ανά­πτυ­ξης» οφεί­λει κα­νείς να τα αντι­πα­ρέλ­θει, όταν είναι σαφές ότι, όταν κλεί­σει ο κύ­κλος του τρί­του μνη­μο­νί­ου, σχε­δόν το σύ­νο­λο της δη­μό­σιας και ιδιω­τι­κής πε­ριου­σί­ας του Δη­μο­σί­ου θα έχει ξε­που­λη­θεί. Το ίδιο ισχύ­ει για τον υπερ­χρε­ω­μέ­νο ιδιω­τι­κό τομέα. Μέσω της δια­χεί­ρι­σης των «κόκ­κι­νων» δα­νεί­ων, ό,τι υγιές απο­μέ­νει θα βρε­θεί στα χέρια ξένων funds ή θα ξα­να­πε­ρά­σει «κα­θα­ρό» στους ιδιο­κτή­τες του. Ό,τι κρί­νε­ται σκάρ­το θα ρευ­στο­ποι­η­θεί, δια­γρά­φο­ντας μαζί με τα χρέη χι­λιά­δες ερ­γα­ζό­με­νους και τις εκα­το­ντά­δων εκα­τομ­μυ­ρί­ων αξιώ­σεις τους.

Οι χρε­ο­κο­πη­μέ­νες επι­χει­ρή­σεις
Απ’ αυτή την άποψη, είναι εν­δια­φέ­ρον να δούμε πώς εν­νο­εί η κυ­βέρ­νη­ση το εν­δε­χό­με­νο ρύθ­μι­σης που θα ευ­νο­εί το πέ­ρα­σμα των χρε­ο­κο­πη­μέ­νων από τους ιδιο­κτή­τες τους επι­χει­ρή­σε­ων στους ερ­γα­ζό­με­νους. Ανα­φέ­ρε­ται το πα­ρά­δειγ­μα της ΕΝΚΛΩ, του άλ­λο­τε κρα­ταιού Λα­να­ρά, για την οποία οι ερ­γα­ζό­με­νοι έχουν κα­τα­θέ­σει σχέ­διο συν­δια­χεί­ρι­σης από τους ίδιους, το Δη­μό­σιο και τις τρά­πε­ζες, που απο­τε­λούν το 95% των πι­στω­τών της. Αλλά πώς θα κα­τα­στή­σει η κυ­βέρ­νη­ση τους ερ­γα­ζό­με­νους μέρος της λύσης, όταν η πρώτη μνη­μο­νια­κή υπο­χρέ­ω­ση που υιο­θέ­τη­σε τον Ιού­λιο ήταν η αλ­λα­γή του Κώ­δι­κα Πο­λι­τι­κής Δι­κο­νο­μί­ας, εκ­μη­δε­νί­ζο­ντας τις αξιώ­σεις των ερ­γα­ζο­μέ­νων υπέρ των τρα­πε­ζών στη δια­δι­κα­σία ανα­γκα­στι­κής εκτέ­λε­σης; Πώς θα απο­τρέ­ψει την πώ­λη­ση των επι­χει­ρη­μα­τι­κών δα­νεί­ων σε distress funds, όταν έχει πα­ραι­τη­θεί από τον έλεγ­χο των «ανε­ξάρ­τη­των» τρα­πε­ζών; Μια εν­δε­χό­με­νη λύση ανα­βί­ω­σης επι­χει­ρή­σε­ων από τους ερ­γα­ζό­με­νους είναι εξ ορι­σμού υπο­νο­μευ­μέ­νη, και τε­λι­κά απα­γο­ρευ­μέ­νη από το μνη­μό­νιο.

Στο κα­θαυ­τό πεδίο της «αλ­λη­λέγ­γυας οι­κο­νο­μί­ας», που στη διάρ­κεια της κρί­σης γνώ­ρι­σε άν­θη­ση, με εκα­το­ντά­δες συλ­λο­γι­κό­τη­τες στή­ρι­ξης ευά­λω­των ομά­δων, η προ­σφυ­γι­κή κρίση απο­κά­λυ­ψε μια υπόρ­ρη­τη κυ­βερ­νη­τι­κή προ­σπά­θεια: την προ­σπά­θεια να ευ­νοη­θεί ένα είδος «κρα­τι­κού εθε­λο­ντι­σμού» που υπο­κα­θι­στά την απρο­θυ­μία των Ευ­ρω­παί­ων να προ­σφέ­ρουν οτι­δή­πο­τε άλλο εκτός από μη­χα­νι­σμούς απώ­θη­σης (Frontex) και συ­γκα­λύ­πτει τη γύ­μνια του εγ­χώ­ριου κρα­τι­κού μη­χα­νι­σμού.

Ερ­γα­σία ή «εθε­λο­ντι­σμός»;

Τέλος, θα πρέ­πει να το­νι­σθεί ότι ακόμη κι αν η κυ­βέρ­νη­ση διέ­θε­τε τις κα­λύ­τε­ρες προ­θέ­σεις (έστω και ως αυ­τα­πά­τες), δεν δια­θέ­τει κα­νέ­να χρη­μα­το­δο­τι­κό ερ­γα­λείο. Από το ήδη ξε­κο­κα­λι­σμέ­νο ΕΣΠΑ 2014-2020 δεν προ­κύ­πτουν παρά καμιά 60α­ριά εκα­τομ­μύ­ρια που υπο­θε­τι­κά θα μπο­ρού­σαν να κα­τευ­θυν­θούν στην ΚΑΟ. Για τις τρά­πε­ζες δεν το συ­ζη­τά­με. Με το «πα­ράλ­λη­λο τρα­πε­ζι­κό σύ­στη­μα» του κ. Δρα­γα­σά­κη μάλ­λον θα γε­λά­νε οι υπεύ­θυ­νοι του SSM (Ενιαί­ος Επο­πτι­κός Μη­χα­νι­σμός) που είναι πια σε επί­ση­μη ισχύ. Στο εν­δε­χό­με­νο μιας θε­σμι­κής «με­ρο­λη­ψί­ας» υπέρ των συ­νε­ται­ρι­στι­κών επι­χει­ρή­σε­ων στις δη­μό­σιες συμ­βά­σεις απο­κλεί­ε­ται να μεί­νει απα­θής η Επι­τρο­πή Αντα­γω­νι­σμού της Κο­μι­σιόν. Τι απο­μέ­νει; Εν­δε­χο­μέ­νως το χα­μη­λό ερ­γα­σια­κό κό­στος, χάρη σε δαι­μό­νια συ­στή­μα­τα «λη­στρι­κής εκ­με­τάλ­λευ­σης του εαυ­τού μας» ή συ­γκά­λυ­ψης της ερ­γα­σί­ας από τον «εθε­λο­ντι­σμό». Διό­λου τυ­χαία, τέ­τοια «αι­τή­μα­τα» προ­βάλ­λουν προς τα κυ­βερ­νη­τι­κά στε­λέ­χη επι­τή­δειοι «τε­χνο­γνώ­στες» της ΚΑΟ.

Με τα δε­δο­μέ­να αυτά, οι προ­σπά­θειες και οι προσ­δο­κί­ες χι­λιά­δων αν­θρώ­πων που πει­ρα­μα­τί­ζο­νται ήδη σε αυ­το­δια­χει­ρι­στι­κά εγ­χει­ρή­μα­τα είναι απί­θα­νο να ξε­φύ­γουν από τον «κα­νό­να» της κοι­νω­νι­κο­ποί­η­σης των ζη­μιών του μνη­μο­νί­ου και της ιδιω­τι­κο­ποί­η­σης των κερ­δών του, υπέρ των πι­στω­τών, φυ­σι­κά.

Κι είναι κρίμα. Είναι κρίμα γιατί ένα αλη­θι­νό ερ­γα­λείο «παι­δα­γω­γι­κής του μέλ­λο­ντος», μια άσκη­ση της κοι­νω­νί­ας στη συλ­λο­γι­κή, δη­μο­κρα­τι­κή δια­χεί­ρι­ση των μέσων και των απο­τε­λε­σμά­των της πα­ρα­γω­γής της, μια ευ­και­ρία των ερ­γα­ζο­μέ­νων να απο­δεί­ξουν ότι μπο­ρούν να πε­τύ­χουν εκεί που απο­τυγ­χά­νουν οι κα­πι­τα­λι­στές, ευ­τε­λί­ζο­νται σε μια κα­ρι­κα­τού­ρα μι­κρο­κα­πι­τα­λι­σμού. Και μά­λι­στα προ­ο­ρι­σμέ­νου να απο­τύ­χει.

rproject.gr