Πέμπτη 14 Ιανουαρίου 2016

Η κυβέρνηση διστάζει και οι δανειστές δεν βιάζονται

της Βασιλικής Σιούτη
(13/1/2015 δημοσιεύθηκε στο περιοδικό “Επίκαιρα”)
Η κατάσταση στην Ελλάδα, εδώ και αρκετό καιρό, δεν είναι πλέον στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος των διεθνών ΜΜΕ, όπως ήταν στο παρελθόν σε άλλες περιόδους. Η συνεχής διαπραγμάτευση με τους δανειστές για τη συμφωνία-δόσεις έναντι μεταρρυθμίσεων τείνει να γίνει ρουτίνα. Οι εταίροι μοιάζει να έχουν ψυχολογήσει καλά το πολιτικό προσωπικό της χώρας και να μην ξαφνιάζονται πλέον.
Από τις δηλώσεις των ξένων αξιωματούχων την τελευταία περίοδο προκύπτουν δύο συμπεράσματα: το ένα είναι ότι δεν υπάρχει εμπιστοσύνη, όχι μόνο από τον σκληρό Σόιμπλε (που ήταν πάντα καχύποπτος) αλλά και από καλόπιστους όπως ο Γουνκερ και ο Μοσκοβισί, και το άλλο είναι ότι δεν βιάζονται. Η Ε.Ε είναι πλέον οχυρωμένη και το σχέδιο Σόιμπλε για έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη είναι πάντα εκεί για να λειτουργεί ως υπενθύμιση και φόβητρο.

Βεβαίως η καθυστέρηση δεν προκαλείται από τους δανειστές, αλλά από την κυβέρνηση που δεν έχει καταφέρει να υλοποιήσει εγκαίρως τα μέτρα που δεσμεύθηκε για να ολοκληρωθεί η πρώτη αξιολόγηση του τρίτου μνημονίου. Και πώς να καταφέρει άλλωστε να περάσει, και μάλιστα εγκαίρως, αυτά που μέχρι πρόσφατα χαρακτήριζε ακραία νεοφιλελεύθερα μέτρα, για τα οποία γνωρίζει πολύ καλά ότι θα έχουν πολιτικό κόστος.
Οι δανειστές εκτιμούν ότι στο τέλος του Φεβρουαρίου η ελληνική κυβέρνηση θα αρχίσει να ξεμένει από χρήματα. Στο υπουργείο του Γ.Χουλιαράκη λένε ότι τα χρήματα επαρκούν για τρεις μήνες. Αυτός είναι προφανώς ο λόγος που δεν βιάζονται οι δανειστές, αλλά και η κυβέρνηση προσπαθεί να ροκανίζει το χρόνο με την ελπίδα να αλλάξει η άκαμπτη στάση τους που απαιτεί όλα τα συμφωνηθέντα. Στο κλίμα αυτό, εκτιμάται ότι δεν ήταν καθόλου τυχαία και η παρέμβαση του πρώην πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη, ο οποίος υπενθύμισε ότι η χώρα πρέπει εντός του 2016 να αποπληρώσει 12,8 δισεκατομμύρια ευρώ.
Ο Γερούν Ντάισελμπλουμ έχει καταστήσει σαφές ότι για να ολοκληρωθεί επιτυχώς η αξιολόγηση, θα πρέπει: να ολοκληρωθεί η μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού, η περικοπή των 1,8 δισεκατομμυρίων ευρώ, να γίνει η συμφωνία για το ταμείο ιδιωτικοποιήσεων και να κλείσουν και τα δημοσιονομικά μέτρα. Γνωρίζει πολύ καλά ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν είναι έτοιμη ακόμα σε τίποτα από όλα αυτά, οπότε θεωρεί δεδομένο ότι η αξιολόγηση θα αργήσει να ολοκληρωθεί.
πρόσφυγες
Η κυβέρνηση για αρκετό καιρό, ειδικά από το τέλος Αυγούστου και μετά, πόνταρε στο προσφυγικό-μεταναστευτικό, προσδοκώντας ότι θα το αξιοποιήσει ως όπλο για να χαλαρώσουν οι δανειστές τους όρους του μνημονίου. Αυτό δεν κατέστη δυνατό. Στη συνέχεια προσπάθησαν να «εξουδετερώσουν» το ΔΝΤ, καθώς αυτό από την αρχή των μνημονίων εμφανίζεται να είναι πιο σκληρό από όλους τους θεσμούς και να απαιτεί την υλοποίηση της δικής του ατζέντας. Ούτε αυτό όμως κατέστη δυνατό. Το μόνο που μένει, εκτιμούν τώρα στο Μαξίμου, είναι να το πάρουν πάνω τους προσωπικά ο πρωθυπουργός αλλά και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, προκειμένου να πείσουν τους αρχηγούς κρατών να δείξουν επιείκεια, μια και ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως λένε, υπερέβαλε εαυτόν και πέρασε ήδη τόσα μέτρα που έρχονται σε αντίθεση με τις προεκλογικές τους δεσμεύσεις.
Η στάση των Ευρωπαίων ως τώρα είναι αποθαρρυντική. Ορισμένοι τους έχουν προειδοποιήσει αρκετά καθαρά να μην πάνε το θέμα του ασφαλιστικού και των άλλων εκκρεμοτήτων στο υψηλότερο επίπεδο διαπραγμάτευσης, δηλαδή αρχηγών κρατών- γιατί θα βρουν τοίχο. «Οι Ευρωπαίοι έχουν να ασχοληθούν αυτή την περίοδο με πολύ σοβαρά προβλήματα» υποστηρίζουν οι περισσότεροι ξένοι αναλυτές, και αναφέρουν την τρομοκρατία, την ασφάλεια και το προσφυγικό-μεταναστευτικό. Εκτιμούν ότι δεν έχουν τη διάθεση να ασχολούνται συνέχεια με την Ελλάδα κι επισημαίνουν ότι ούτε το κλίμα είναι πλέον ευνοϊκό.
Το πρόβλημα με το ασφαλιστικό
Με το ασφαλιστικό η κυβέρνηση εξακολουθεί να βρίσκεται σε απόγνωση. Το σχέδιο της, αυτό που έστειλε στους δανειστές, είναι ένα γενικό πλαίσιο που όμως δεν λύνει το πρόβλημα και οπωσδήποτε δεν εξασφαλίζει τα 1,8 δισεκατομμύρια. Το ποσό αυτό φαίνεται να είναι αδύνατο να το βρει η κυβέρνηση ως τώρα. Για αυτό «στήθηκε» και η βοήθεια από τους εργοδότες, με την πρόσφατη συνάντηση, κατά την οποία υποτίθεται ότι συμφώνησαν για αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών.
Στην πραγματικότητα, όποιος διαβάσει την ανακοίνωση που έβγαλαν οι εκπρόσωποι των εργοδοτικών οργανώσεων λίγο μετά τη συνάντηση τους με τον πρωθυπουργό, μπορεί να διαπιστώσει ότι ο ΣΕΒ και οι λοιποί σε καμία περίπτωση δεν δεσμεύτηκαν ούτε για αύξηση των εισφορών, ούτε -πολύ περισσότερο- για το ποσοστό της. Αυτό που αναφέρουν, σε μία αρκετά διπλωματική και αόριστη ανακοίνωση, είναι ότι δεν είναι αρνητικοί στο να το εξετάσουν και επιπλέον ζητούν ανταλλάγματα.
«Ο πρωθυπουργός μας ζήτησε να βάλουμε πλάτη στην εθνική προσπάθεια. Δεν υπάρχουν εύκολοι τρόποι για να βρει το 1,8 δις» εξηγούσε την επομένη ένας από τους εκπροσώπους των εργοδοτικών οργανώσεων σε αυτούς που ξαφνιασμένοι του ζητούσαν εξηγήσεις. «Μας πρότεινε να δεχθούμε μία μικρή αύξηση εισφοράς, για ένα μικρό διάστημα, μέχρι να κλείσει η αξιολόγηση» . Δεν δεσμευτήκαμε, ούτε μιλήσαμε για το ποσοστό. Περισσότερο επιμείναμε στο να αναδείξουμε τη δική μας ατζέντα και ζητήσαμε από τον πρωθυπουργό να δει κι αυτός τα δικά μας θέματα, πράγμα που είπε ότι θα κάνει».
Οι εργοδότες εκτιμούν ότι αν το ΔΝΤ συνεχίσει να αρνείται την αύξηση των εργοδοτικών εισφορών, δεν υπάρχει κανένας λόγος να φανούν αυτοί ως οι κακοί και να κατηγορηθούν ότι δεν στηρίζουν στα δύσκολα. Στην περίπτωση που οι δανειστές τελικά δεχθούν την αύξηση των εισφορών «κάποιοι λίγοι που οι επιχειρήσεις τους πάνε ακόμα καλά και μπορούν ενδεχομένως θα πληρώσουν» λένε στους εργοδοτικούς κύκλους και παραδέχονται ότι οι άλλοι είτε δεν θα τις πληρώσουν, είτε θα μετακυλήσουν το κόστος στους εργαζόμενους.
Κυβερνητικά στελέχη εκτιμούν ότι η πρωτοβουλία του πρωθυπουργού να καλέσει τους εργοδότες ήταν μία επιτυχής επικοινωνιακή κίνηση, καθώς έδειξε ότι οι ίδιοι δέχονται τις αυξήσεις στις εισφορές, άρα αυτό εκθέτει το ΔΝΤ που επιμένει να τις αρνείται, όπως λένε. «Δείξαμε επίσης ότι η κυβέρνηση έχει σημαντικούς συμμάχους που είναι πρόθυμοι να συμβάλλουν».
21_05_20150127_kt_1751_sooc1422360879 (1)1426006315
Όσο για τον περίφημο κίνδυνο του Grexit, αυτός δεν θεωρείται τόσο μεγάλος όσο πέρσι, αρκετοί ξένοι αναλυτές όμως, εκτιμούν ότι σύντομα στην Ελλάδα θα υπάρξουν κοινωνικές αναταραχές και πολιτική αστάθεια.
Η πίεση από τους θεσμούς αναμένεται να είναι έντονη και πάλι καθώς ισχυρίζονται ότι η ελληνική οικονομία είναι πολύ αδύναμη για να αντέξει αυτές τις συντάξεις και θα απαιτήσουν μειώσεις. Ο αρμόδιος υπουργός αντιτάσσει το ευρωπαϊκό κεκτημένο του ισχυρού συστήματος κοινωνικής ασφάλειας, αλλά οι άλλοι του επαναφέρουν τα περί «ειδικής περίπτωσης».
Σε όλες τις πρόσφατες συνομιλίες του Ευκλείδη Τσακαλώτου με τους ξένους ομολόγους του το κλίμα που συνάντησε ήταν τυπικό και σχεδόν όλοι του έλεγαν «Μπράβο καλά τα πάτε, περάσατε αρκετά, κάντε τώρα μια άλλη προσπάθεια να περάσετε και τα υπόλοιπα». Αυτά που έλεγε ο Τσακαλώτος «για την Ελλάδα που δεν αντέχει άλλα μέτρα» και για τον ΣΥΡΙΖΑ που δεν μπορεί, ακούστηκαν στα αυτιά τους ως δικαιολογίες, από αυτές που περίμεναν να ακούσουν. Στο ίδιο κλίμα άλλωστε ήταν και ο αμερικανός υπουργός Jack Lew, από τον οποίο περίμεναν άλλα, που επέμενε στο πόσο απαραίτητος είναι ο ρόλος του ΔΝΤ στις μεταρρυθμίσεις.
vassilikisiouti.wordpress